αισθηματοποιώ

αισθηματοποιώ
μεταβάλλω σε αίσθημα, φέρνω ολοζώντανο εμπρός μου
(στίχ. «κι αισθηματοποιήθηκες ολόκληρο για μένα» Καβάφης: Στον ίδιο χώρο).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”